- τἀνδρός
- ἀνδρός , ἀνήρnar-masc gen sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
τανδρί — τἀνδρός, Α (στους αττ. συγγραφείς) κράση αντί τῷ ἀνδρί, τοῡ ἀνδρός … Dictionary of Greek
я человек, ничто человеческое мне не чуждо — Ср. Литература наивно думает, что ничто человеческое ей не чуждо, что все явления вещественного и духовного мира обязательно подлежат ее исследованию... Салтыков. Круглый год. 1 е мая. Ср. И я человек, и человеческого ничто от меня не чуждо.… … Большой толково-фразеологический словарь Михельсона
επιδεξιότητα — η (AM ἐπιδεξιότης) [επιδέξιος] η ιδιότητα τού επιδέξιου, ικανότητα, ευφυΐα («διὰ τὴν ἐπιδεξιότητα και νουνέχειαν τἀνδρός», Πολύβ.) νεοελλ. τέχνη, μαστοριά (α. «τις επιδεξιότητες τού κονταριού μαθαίνει» β. για ζωγραφιά, «με τόση επιδεξιότητα τήν… … Dictionary of Greek